Με την υποστήριξη του
 


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΦΑΙΣΤΟΥ

Η Φαιστός, κατά την δεύτερη προ Χριστού χιλιετία, ήταν η δεύτερη σημαντικότερη πόλη της Κρήτης, μετά την Κνωσό. Είναι στο νοτιοδυτικό τμήμα του Ηρακλείου, σε απόσταση 62 χλμ. και υψόμετρο 100μ., νότια του ποταμού Γεροπόταμου και του Αρχαίου Ληθαίου και δεσπόζει στην κοιλάδα της Κάτω Μεσαράς. Περιβάλλεται από τον Ψηλορείτη, τα Αστερούσια και Λασηθιώτικα Όρη. Στα νότια εκτείνεται το Λυβικό Πέλαγος.

Η Φαιστός, πρώτη φορά αναφέρεται στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια του Ομήρου, ο οποίος μνημονεύει ότι η Φαιστός συμμετείχε στον Τρωικό Πόλεμο και την περιγράφει ως πόλη "ευ ναιετοώσα", καλά κατοικημένη.
Σύμφωνα με τον αρχαίο ιστορικό Διόδωρο το Σικελιώτη, η ίδρυση της Φαιστού, καθώς και της Κνωσσού και της Κυδωνίας, αποδίδεται στο Μίνωα.

Η θέση της Φαιστού πρώτη φορά αναγνωρίστηκε από τον Άγγλο πλοίαρχο H. Spratt. Το 1884 ξεκίνησαν οι αρχαιολογικές έρευνες από τον F. Halbherr στη Φαιστό και τις συνέχισε η Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή (Halbherr and L. Pernier, 1900-1904) και ο Doro Levi (1950-1971).

Ιταλικές αρχαιολογικές ανασκαφές, έφεραν στο φως στοιχεία για την ιστορία της Φαιστού, τα οποία μαρτυρούν ότι η πόλη συμμετείχε στην εκστρατεία των Αχαιών κατά της Τροίας. Η ονομασία της είναι προελληνική και η ετυμολογία είναι από το φα(F)ιστός που σημαίνει λαμπρός, ένδοξος. Ο Ραδάμανθυς, γιος του Δία και αδελφός του Μίνωα, είχε ιδρύσει δυναστεία η οποία και βασίλευσε στη Φαιστό. Η περίοδος ακμής της Φαιστού ξεκινά με την είσοδο της Κρήτης στην Εποχή του Χαλκού στα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ, όπου δημιουργούνται οι βάσεις για το μινωικό πολιτισμό.

Η Φαιστός αρχίζει να κατοικείται από τη νεολιθική περίοδο, γεγονός που αποκαλύπτεται από τα θεμέλια των νεολιθικών κατοικιών, από τα εργαλεία, τα ειδώλια και τα όστρακα των αγγείων που βρέθηκαν κάτω από το ανάκτορο. Ο νεολιθικός οικισμός εκτείνονταν στην κορυφή του λόφου και το νοτιοδυτικό μέρος του. Στα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ. άρχισε η χρήση των μετάλλων κι έτσι η πόλη αναπτύσσεται. Αυτό συνεχίζεται μέχρι την ίδρυση του μινωικών ανακτόρων (15ος αι. π.Χ.). Στα πρώτα χρόνια της 2ης χιλιετίας οι βασιλιάδες παίρνουν την εξουσία, οι οποίοι ιδρύουν τα μεγάλα ανάκτορα.

Το πρώτο ανάκτορο χτίστηκε το 1900 π.Χ. περίπου και μαζί με τα υπόλοιπα κτίσματα είχε έκταση 18.000 τ.μ. Καταστράφηκε από το μεγάλο σεισμό που έγινε το 1730 π.Χ., όπως και η Κνωσός. Πάνω στα ερείπια οικοδομήθηκε νέο ανάκτορο, πιο μεγαλοπρεπές και ανάλογου μεγέθους. Η διαφορά ήταν ότι είχε ελαφρώς υπερυψωμένο επίπεδο, εξαιτίας των ερειπίων. Η κεντρική αυλή είχε σχεδόν ίδιου μεγέθους με τις αυλές της Κνωσού και των Μαλίων και πιθανώς να τη χρησιμοποιούσαν για λατρευτικές τελετές, όπως τα Ταυροκαθάψια.

Η μινωική πόλη αναπτύχθηκε γύρω από το ανάκτορο. Η Φαιστός ήταν η έδρα του άρχοντα-βασιλιά, ο οποίος είχε υπό την εξουσία του τον κάμπο της Μεσαράς, τους οικισμούς της ευρύτερης περιοχής, αλλά και την έξοδο προς τη θάλασσα και τα λιμάνια του κόλπου της Μεσαράς. Μετά την καταστροφή του ανακτόρου (15ος αι. π.Χ.), η πόλη της Φαιστού εξακολουθεί να κατοικείται κατά τα μυκηναϊκά χρόνια και τη γεωμετρική εποχή (8ος αι. π.Χ.).

Στους επόμενους αιώνες η Φαιστός ακμάζει σημαντικά. Η έκτασή της μεγαλώνει και η πόλη γίνεται πλούσια, δυνατή, ανεξάρτητη και με πολλούς κατοίκους. Έκοβε δικά της νομίσματα τα οποία έφεραν την αναπαράσταση της Ευρώπης να είναι καθήμενη σε ταύρο και ένα κεφάλι λέοντος με τις λέξεις Φαιστίων το Φαίμα. Η κυριαρχία της εξαπλωνόταν από το ακρωτήρι Λίθινο ως το Μέλισσα και περιελάμβανε τις νησίδες Παξιμάδια, των οποίων η αρχαία ονομασία είναι "Λητώαι". Διέθετε δυο ισχυρά λιμάνια, των Ματάλων και του Κομμού στα νοτιοδυτικά.

Κατά τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων κτίστηκε ο ναός της Ρέας, στο νότιο τμήμα του παλιού ανάκτορου. Κατά την κλασσική περίοδο, παρατηρείται ότι δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμη αρχιτεκτονικά λείψανα ενώ, αντίθετα, η ελληνιστική πόλη ήταν ακμαία. Στα μέσα του 2ου αι. π.Χ., περίπου το 160 π.Χ., η πόλη καταστράφηκε και υποδουλώθηκε από τη Γόρτυνα. Η πόλη της Φαιστού χάνει την ισχύ της και αργότερα εγκαταλείπεται. Κατά την Ενετοκρατία, υπάρχουν στοιχεία κατοίκησης σε όλη την περιοχή. Σήμερα, το χωριό του Αγίου Ιωάννη στις νότιες παρυφές της αρχαίας πόλης, αποτελεί κατάλοιπο του ένδοξου παρελθόντος.

Το ανάκτορο της Φαιστού έχει εξαιρετική στρωματογραφία και πληροφορίες για τη σχέση μεταξύ του πρώτου και δεύτερου ανάκτορου, καθώς και για τις δυο διαφορετικές φάσεις του Μινωικού Πολιτισμού, γεγονός που το καθιστά εξαιρετικά σημαντικό. Η ίδια η πόλη ήταν από τα σημαντικότερα κέντρα του Μινωικού Πολιτισμού καθώς ήταν η σπουδαιότερη σε πλούτο και δύναμη.